Ζωντανός για τον Θεό, νεκρός για τον κόσμο
(Μέρος Δ – Νεκρός για τον κόσμο) Μια ήρεμη εικόνα του ανθρώπου που αρχίζει να ζει πνευματικά μέσα στον κόσμο χωρίς να ανήκει σ’ αυτόν. Μέσα από τη σιωπή, την προσευχή και τη μετάνοια βρίσκει την εσωτερική ειρήνη, μαθαίνει να συγχωρεί, να ευχαριστεί και να αγαπά. Δεν αναζητά εντυπώσεις, αλλά καθαρότητα καρδιάς· γιατί η αληθινή ελευθερία δεν βρίσκεται στα πράγματα, αλλά στην παρουσία του Θεού μέσα μας.
ΝΕΚΡΟΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ


Ο άνθρωπος που έχει αρχίσει να “νεκρώνεται” για τον κόσμο δεν παύει να ζει μέσα σ’ αυτόν αλλά παύει όμως να ανήκει σ’ αυτόν. Προσπαθεί να μην συγκρίνει, να μην ζηλεύει, να ελέγχει τον θυμό του. Δεν χρειάζεται συνεχώς επιβεβαίωση, γιατί έχει βρει μέσα του την ειρήνη που δεν εξαρτάται από κανέναν. Δεν σημαίνει ότι δεν δοκιμάζεται αλλά σημαίνει ότι μαθαίνει να βλέπει την ζωή με πνευματικό τρόπο. Κι αυτό φαίνεται ακόμη και μέσα στην καθημερινότητα, μέσα στις πιο απλές στιγμές.
Ξυπνά το πρωί και, πριν πιάσει το τηλέφωνο, κάθεται για λίγο στη σιωπή και προσεύχεται. Έχει μπροστά του μια μέρα γεμάτη υποχρεώσεις, λογαριασμούς, πίεση, ανθρώπους που περιμένουν κάτι απ’ αυτόν. Κι όμως, για λίγα λεπτά δεν αφήνει τον νου του να τρέξει εκεί. Μετά κοιτά τον ήλιο που μπαίνει από το παράθυρο, ακούει τα πουλιά και λέει μέσα του ένα “δόξα τω Θεώ”. Δεν σκέφτεται τι δεν έχει, αλλά ευχαριστεί για όσα έχει. Δεν προσπαθεί να προλάβει τη μέρα αλλά αφήνει τη μέρα να τον βρει ήρεμο. Ξέρει πως η ειρήνη δεν βρίσκεται στο να τελειώσουν όλα, αλλά στο να μπορεί να στέκεται ήσυχος μέσα σ’ όλα. Αυτό σημαίνει να βλέπεις τη ζωή με πνευματικό τρόπο και να θυμάσαι ότι ακόμη κι η απλή αναπνοή είναι δώρο. Εκεί που οι άλλοι βλέπουν προσβολή, αυτός βλέπει ευκαιρία για ταπείνωση. Εκεί που οι άλλοι θα ζητούν εκδίκηση, αυτός θα επιλέγει συγχώρεση. Δεν κρατά κουβάρια μέσα του, τα αφήνει να λυθούν με την προσευχή και την ταπείνωση.
Η καρδιά του γίνεται καθαρή, όχι γιατί δεν πέφτει, αλλά γιατί κάθε φορά που πέφτει, μετανοεί. Κάθε μετάνοια είναι μια μικρή Ανάσταση. Με προσπάθεια ο εγωισμός, η ζήλια, ο θυμός, η απελπισία αρχίζουν να χάνουν τη δύναμή τους. Στη θέση τους φυτρώνει κάτι απλό και αληθινό: η αγάπη. Η αγάπη για τον Θεό, για τον συνάνθρωπο, ακόμη και για εκείνους που τον πληγώνουν.
Η ζωή του γίνεται πιο λιτή, πιο ήσυχη. Δεν τον ενδιαφέρει πια η εντύπωση, αλλά η ουσία. Δεν κυνηγά πλούτη, αλλά καλοσύνη. Δεν φοβάται να είναι μόνος, γιατί εκεί, στη σιωπή, νιώθει τον Θεό να κατοικεί μέσα του. Πρέπει όμως να διακριθεί και η μεγάλη διαφορά ανάμεσα στη μοναξιά και στη μοναχικότητα. Η μοναξιά είναι η απουσία των άλλων, ενώ η μοναχικότητα είναι η παρουσία του Θεού μέσα μας. Η μοναξιά μας αδειάζει και μας κάνει να ψάχνουμε κάτι για να γεμίσουμε το κενό, ενώ η μοναχικότητα μας γεμίζει, γιατί εκεί ανακαλύπτουμε την ειρήνη που δεν εξαρτάται από κανέναν άνθρωπο. Όταν ο άνθρωπος μάθει να είναι μόνος χωρίς να αισθάνεται έλλειψη, τότε δεν είναι πια μόνος αλλά είναι σε ένωση μαζί με τον Θεό.
Αυτή είναι η πραγματική ελευθερία να είσαι “ζωντανός για τον Θεό και νεκρός για τον κόσμο”. Αλλά τι να πει κανείς για αυτόν τον αγώνα; Είναι ο σταυρός που σηκώνει ο καθένας μέσα του, κρυφά για τα πάθη του, εκεί που δεν βλέπει κανείς · κι όμως, εκεί μέσα, ανασταίνεται η ψυχή.
Συνέχισε με ανάγνωσμα Μέρος Ε - Η φωτιά που καθαρίζει την ψυχή
